Έρημος τόπος και τραχύς
άνυδρος κι αφιλόξενος.
Βουνά - γεννήματα σεισμών
βράχοι κοφτοί, μετέωροι
και ρήγματα γκρεμών
σαν πλήγματα παλιά
που έσκαψε βαθιά ο χρόνος
πανω στο σώμα αυτής της γης
από την άκρη των καιρών.
Λημέρια απάτητα,
άγριοι τόποι κι άγιοι μαζί
κρύπτες γι αγρίμια
κόγχες βαθιές
αρχαίων αγίων κι ασκητών.
Άνεμος και σιωπή...
Εδώ στον τόπο αυτό,
τον άμετρο και άμεσο,
εδώ στην απλωσιά της σιωπής
που ηγεμονεύει ο πόνος
νιώθεις να μεγαλώνει η ψυχή,
γιατί μετριέται μέσα της,
με τον στενό της κόσμο
και βρίσκεται
καθώς θωρεί τη γύμνια της
στο ύψος και στο ζύγι ελλιπής,
κι αισχύνεται
που στέκει απροκάλυπτα ασκεπής
κάτω απ το μέγα μάτι
του αδέκαστου κριτή,
του δικαιοκρίτη ήλιου
που κατακαίει κάθε ισχνή
του είναι της αντίσταση,
κάθε κρυμμένο χνάρι
απ του εγώ της τη σκευή,
κάθε ικμάδα
απ τη φτωχή της λογική...
Στέκεται εδώ και τώρα
ολόισια με το χέρια ανοιχτά
με την αρχαϊκή της άγνοια
κι ομορφιά ,
χωρίς καλύπτρες της αισχύνης
και της ανάγκης φύλλα ενοχικά,
αγνή κι ωραία
σαν από πάντα
προορισμένη κι ετοιμασμένη
παιδίσκη αθώα
να συναντήσει
έξω απ τα τείχη
Αυτόν που ψάχνει
και την προσμένει
μακριά απ του κόσμου το βουητό
να της ανοίξει μες στη ματιά του
σε σμίξιμο άγιο, ερωτικό
μ ένα φιλί
τον Ουρανό...
Όλγα