Το Άγιο Πνεύμα στη ζωή μας



Τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐγκαινιάζει τήν τρίτη φάση τοῦ σωτηριώδους σχεδίου τοῦ Θεοῦ. Στήν πρώτη φάση τοποθετεῖται ἡ ἀϊδίως εἰς τόν νοῦ τοῦ Θεοῦ προΰπαρξη τῆς Ἐκκλησίας καί στή δεύτερη φάση τίθεται ἡ χρονική περίοδος ἀπό τή δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου ἕως τήν κατά σάρκα γέννηση τοῦ Χριστοῦ. Ἡ τρίτη φάση ἀρχίζει μέ τήν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στούς μαθητές τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς μέ τήν ὁποία οὐσιαστικά ἱδρύεται ἡ Ἐκκλησία. Μέ τήν Πεντηκοστή τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐμφανίζεται αἰσθητικῶς. Πρῶτος ὁ ἅγιος Γρηγόριος Θεολόγος μίλησε γιά τή «σωματική» ἐμφάνιση τοῦ Πνεύματος, μετά τήν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου. Ὅπως, δηλαδή, ὁ Υἱός ἐπικοινώνησε μέ τούς ἀνθρώπους «σωματικῶς» ἔπρεπε καί τό Πνεῦμα τό ἅγιο νά φανεῖ «σωματικῶς». Οἱ σωματικές μας αἰσθήσεις δέν εἶναι ἀσφαλές κριτήριο γιά τήν ἀποδοχή ἤ ἀπόρριψη τῆς ὑπάρξεως κάποιου ὄντος, καθώς ὑπάρχουν πράγματα πού ξεπερνοῦν τίς ἀνθρώπινες δυνατότητες (νοητικές καί αἰσθητικές). Ὥστε, ἐάν κάποιος δέν εἶναι παρών, αὐτό δέν σημαίνει ὅτι δέν ὑπάρχει. Ὁμοίως καί τό Ἅγιο Πνεῦμα μέχρι τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς ἦταν ἀφανέρωτο στούς ἀνθρωπίνους ὀφθαλμούς καί γι’ αὐτό ἡ γνώση του ἦταν ἐλλιπής, ἀλλά οὐδόλως αὐτό συνεπάγεται πώς δέν ὑπῆρχε ἀμιγῶς, ἀχράντως, ἀοράτως καί ἀπεριγράπτως μέ τόν Πατέρα καί τόν Υἱό. Μάλιστα παρ’ ὅλο πού λόγῳ τῆς προαιωνίας ὑποστάσεώς του ἦταν πανταχοῦ παρόν ὡς τρίτο πρόσωπο τῆς ἀδιαιρέτου καί ὁμοουσίου Τριάδος καί πληρωτικό τοῦ κόσμου, οἱ ἄνθρωποι δέν εἶχαν τήν ἐμπειρία ὁράσεώς του καί ἀδυνατοῦσαν νά ἀναχθοῦν ἀπό τά ἁγιαστικά του ἐνεργήματα σέ αὐτό. Πρῶτα οἱ Ἀπόστολοι, κατά τήν Πεντηκοστή, ἔγιναν δέκτες ὄχι ἁπλά τῶν πνευματικῶν χαρισμάτων ἀλλά καί αὐτόπτες μάρτυρες τῆς ἐν κόσμῳ φανερώσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἦταν τό γεγονός, ὅπου τό Πνεῦμα – αὐτοπροσώπως πλέον – καθιστοῦσε φανερή τήν ὕπαρξή του. Ἐφ’ ἑξῆς ἡ κάθοδος καί ἡ ἁγιαστική του χάρη εἶναι ἀπαραίτητες προϋποθέσεις γιά τήν τέλεση τῶν Μυστηρίων, γιά τήν ὀρθή κατανόηση τῆς ἀκαταλήπτου θείας ἀληθείας, γιά τό ἐν γένει λατρευτικό, διδακτικό, ποιμαντικό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας. Βεβαίως, ἡ γνώση του ἐξαρτάται ἀπό τήν πνευματική κατάσταση τῶν πιστῶν καί γι’ αὐτό, σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Γρηγόριο Θεολόγο, μιλάμε γιά ἀμυδρότερη ἤ ἐντονότερη παρουσία του.


Σ. Κ.