Επιστρέφοντας στην Αθήνα....

Τέλος καλοκαιριού. Οι τελευταίοι παραθεριστές επιστρέφουν,θα γυρίσουμε όλοι στο μεγάλο χωριό και η πόλη θα παραζωντανέψει. Θα βρεθεί και πάλι στους γνωστούς ρυθμούς, αγχωμένοι άνθρωποι που όλο θα τρέχουν κάτι να προλάβουν, αυτοκίνητα παντού, νεύρα, σχολεία,διαγωνίσματα, απίστευτο μποτιλιάρισμα, καυσαέριο, στενοχώριες, και η ίδια μίζερη καθημερινότητα της πόλης. Φαίνεται πως κανείς δεν είναι ευχαριστημένος από αυτό που προσπαθεί να ζει στην καθημέρινότητά του.



Οι ίδιοι άνθρωποι και πάλι όλοι μαζί - ή πιο σωστά ο ένας πάνω στον άλλον - βρίσκονταν σε κλίμα διακοπών πριν κάποιες μέρες (φυσικά σε in μέρη, που φορέθηκαν πολύ φέτος το καλοκαίρι) ξεφαντώνοντας, τρώγοντας και πίνοντας όσο περισσότερο μπορούσαν, σα να ήθελαν να αποθηκεύσουν διασκέδαση για την σκληρή πραγματικότητα του χειμώνα που θα ακολουθήσει...


Έτυχε φέτος να παραθερίσω κι εγώ σε κάποιο νησί του Ιονίου με αντίστοιχες προδιαγραφές, επιχειρώντας ωστόσο πιο εναλλακτικές πορείες. Οι εικόνες είναι ακόμα έντονες: Σύνδρομο πολυκατοικίας στην παραλία, συνωστισμός στη μεγάλη (αλλά και τόσο άχαρη από τα decibel) παραλιακή βόλτα της χώρας, περιμένοντας να αδειάσει κάποιο τραπέζι στα κοσμικά εστιατόρια του νησιού, ανάμεσα σε ιδρωμένους και πιωμένους τουρίστες (ξένους και Έλληνες). Τσαλακωμένος και σχεδόν εξουθενωμένος να παραγγείλεις για να "απολαύσεις" ένα ποτό...


Το πιο ιδιαίτερο, όμως, που παρατήρησα στη διάρκεια του φετινού θέρους είναι ότι τα παραπάνω συμβαίνουν από όλους όσους βρίσκονται σε “διακοπές” τις ίδιες ακριβώς ώρες! Όλοι μαζί πάνε και όλοι μαζί φεύγουν! Μοιάζουν οι δρόμοι της καλοκαιρινής επαρχίας με μικρή Αθήνα μ΄όλες της τις σκοτούρες, σαν οι παραθεριστές να μεταφέρουν τον κόσμο που έχουν συνηθίσει μαζί τους, λες και αυτό προκαλεί ασφάλεια. Και όλα αυτά μόνο σε κάποιες μεριές του νησιού, συγκεκριμένες στιγμές μέσα στην ημέρα, ενώ τις υπόλοιπες ώρες ο τόπος ησυχάζει.



Και τώρα, καθώς επιστρέφαμε πιο “ανανεωμένοι” στην ασφάλεια του σπιτιού μας, πριν η Αθήνα προλάβει να καθαρίσει από το χειμωνιάτικο νέφος και ο ουρανός της είχε μαυρίσει από τις φλόγες. Δεν με νοιάζει αν οι φετινές φωτιές είναι εμπρησμός ή απλή ανευθυνότητα, ή αν είμαστε ή όχι κατάλληλα προετοιμασμένοι για την αντιμετώπιση της φωτιάς, για να ρίξω ευθύνες. Άκουγα στο τρανζιστοράκι για τις περιοχές που φλέγονταν κι ένοιωθα

θλίψη στην σκέψη πως τον χειμώνα η πόλη καιγόταν από την "αγωνιζόμενη νεολαία" και το καλοκαίρι από ασυνείδητους εμπρηστές ή απρόσεχτους περαστικούς...


Σκέφτομαι ότι αυτή η πόλη δεν μπορεί να ησυχάσει ποτέ, γιατί βγάζουμε την κακία και τη διαβολή μας πάνω της. Μια επίκληση, ανεβαίνει στα χείλη: «Βόηθα, Χριστέ μου, γιατί χανόμαστε!» Να καούμε θέλουμε, μόνοι μας να καταστραφούμε. Κι αυτές οι φλόγες λες και σε φέρνουν κατάματα με την προσωπική σου αμαρτία, σου θυμίζουν το βάσανο που εσύ κουβαλάς.



Έτσι εύκολα μπαίνει φωτιά κάθε φορά που παραδίνεσαι στη μίζερη φύση σου, ξεχνάς την ομορφιά, για την οποία πλάστηκες να ζήσεις και παρασύρεσαι στον αργό σου θάνατο. Λυπάσαι για τις αποτυχίες σου, για τις φωτιές στην Πελοπόννησο πριν δυο χρόνια, για τις φετινές, για αυτές που εσύ βάζεις καθημερινά στη ζωή σου και νιώθεις την αμαρτία του ανθρώπου από τα γεννοφάσκια του.



Όμως το ξέρεις ότι Εκείνος σε περιμένει να Του ανοίξεις την πόρτα και σε κάθε πισωγύρισμα σε κοιτάει χαμογελώντας (γιατί ένας τέτοιος Θεός μόνο να χαμογελάει μπορεί) και πάλι σε περιμένει με ανοιχτή την αγκαλιά Του, να πορευτείς μαζί Του και να Τον βρεις στην ίδια σου τη ζωή. Μυστήριο ο θάνατος, αλλά όχι μεγαλύτερο και από την ίδια τη ζωή. Όμως αυτή η διαστρεβλωμένη φύση του παρασύρει τον άνθρωπο και δεν αντιδρά, δε φωνάζει, δεν την αλλοιώνει προς το Αγαθό, σαν να μοιάζει δύσκολο, σχεδόν ακατόρθωτο κάτι τέτοιο. Γιατί, πώς να το κάνουμε, θέλει λεβεντιά να αντικρύσεις την Αλήθεια, και όπως πολύ συχνά λέει κάποιος, θέλει πείνα και δίψα για να ζήσεις στα γεμάτα!


Νίκη '09