ΚΑΝΤΕ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ ΝΟΜΟ...

Λεωνς ρμησε συγκράτητα καί, χωρίς να ζητήσει πό κανέναν τήν δεια, νέβηκε τό σκαλί το (Δεσποτικο) θρόνου. να σούσουρο συμ­παθητικς πορίας σκορπίστηκε να γύρω. Κατόπι, μέσως, μιά πόλυτη σιωπή. φωνή του κούστηκε, χερή, σχεδόν ρεθισμένη:

Να τόνε συμπαθήσουν, επε, ο συνάδελφοί το Μεγαλοχωριο, πού νέβηκε νά μιλήσει χωρίς τήν δεια τους. Νά τόνε συχωρέσει κι Μητροπολίτης κ' Προσφυγική νωση. μως νομίζει πώς συνάδελφος πού μίλησε πρίν, δέν μπόρεσε σως νά κφράσει λότελα κενα πού θελε νά πε σέ τούτη τή συγκι­νητική περίσταση. Πιστεύει κόμα πώς μέσα στό ναό του Θεο τς λήθειας καί τς γάπης χουνε θέση μόνο τά λόγια τς λήθειας καί τς γάπης. Καί μπροστά στίς γδοντατρες μικρές φλόγες, πού ντιπροσωπεύουν τήν παρουσία νάμεσό τους τν γδοντατριν σκοτωμένων, μόνο λήθεια κ' γάπη χει τό λόγο. Καί λοιπόν εναι καιρός να ψάξουμε πίσω πό τίς λέξεις ν θέλουμε νά βρομε τήν λήθεια καί τήν γάπη.

...Εναι λάθος, λέει, μεγάλο λάθος, πώς ο σκο­τωμένοι γυρεύουν για ν' πολυτρωθονε νέες νθρωποσφαγές, νέα φονικά, νέες τιμώσεις γυναικν, νέες θηριωδίες. χι... Ο νεκροί εναι πιά μέσα στήν οσία το Θείου. Εναι χωρίς πάθη καί χωρίς φανατισμούς. Μαζί μέ τή σάρκα τους γδύθη­καν λες τίς χτηνωδίες της. Ο νεκροί δέν πίνουν αμα. Πολύ περισσότερο δέν πίνουν τό αμα τν συναδέρφων τους. Κάθε νέος πόλεμος δέν εναι γιά νά φέρει καμιά ξόφληση. νοίγει μο­νάχα νέες μερίδες γιά ξόφληση. ν ο σκοτωμένοι μας μποροσαν τούτη τή στιγμή νά μιλήσουν, τά χλομά τους χείλη θά σάλευαν μονάχα πάνω στό μεγάλο λόγο το Χριστο: «γαπτε... Ερήνη μν...».

Θά λέγανε: « Εστε ο πολλοί. Κάντε τήν γάπη νόμο καί βάλτε τη νά σς κυβερνήσει. Μό­λις τό θελήσετε θά γίνει.»


Στρατῆ Μυριβήλη, Ἡ Δασκάλα μέ τά χρυσά μάτια, ἐκδ. Ἐστία