Ο ΘΕΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΓΑΠΗ...

(Αφιερωμένο στόν π. Β.)

Η πιο μεγάλη δύναμη είναι αυτή πού εκδηλώνεται με μια ολοκληρωτική αγάπη, καί αυτή πού κερδίζει την ολοκληρωτική αγάπη του άλλου. Είναι η δύναμη πού δίνεται ολοκληρωτικά σ' αυτόν πού θέλει να τον κερδίσει εξολοκλήρου. Ή δύναμη αυτή διαθέτει μια ολοκληρωτική προσφορά, για να 'ναι τέτοια καί η ανταπόκριση. Στό Χριστό τούτη η κορυφωμένη δύναμη, πού είναι η ίδια η τριαδική αγάπη, έγινε πέρα για πέρα προσιτή από τον άνθρωπο για τους ανθρώπους.

Ό Θεός με το Χριστό αποκαλύπτει τη μανιακή αγάπη του για την ανθρωπότητα, προσφερόμενος ολοκληρωτικά ως υπόσταση, μη παραμένον­τας ωστόσο μοναδικά μια θεία υπόσταση, αλλά γινόμενος ανθρώπινη υπόσταση, ώστε ν' ακτινοβολεί απ' αυτόν, όπως απ' έναν άνθρωπο άμεσα προσιτό από τους ανθρώπους, η υπέρτατη θεία αγάπη του. Τη μεταδίδει στους ανθρώπους πιο πλούσια καθώς εκφράζει την ευρύτητά της με το άνοιγμα της σε όλους, αυτός ως θεία υπόσταση της ανθρώπινης φύσης καί όχι ατομική ανθρώπινη υπόσταση.

...Στόν Ιησού, ο Υιός του Θεού γίνεται φορέας της τριαδικής αγάπης, η οποία εκπληρώνεται για τους ανθρώ­πους, καί φορέας της ανθρώπινης αγάπης για το Θεό, υψωμένης στο θείο επίπεδο. Στόν Χριστό ο άνθρωπος πήρε τη δύναμη ν' αγαπά το Θεό καί το μονογενή Υιό του σε μια μοναδική ορμή, και εκεί να περικλείει τους ανθρώπους.

Αν ο Υιός του Θεού δεν είχε γίνει ο ίδιος ανθρώπινη υπόσταση, ούτε αυτός ούτε η θεία αγάπη θα άνοιγαν προς τους ανθρώπους, καί ο Χριστός δεν θ' αποκτούσε εσωτερι­κά την ανθρώπινη φύση σ' αυτή την άμεση αγάπη καί στη θεία ένταση...

...Έτσι όλοι μπορούν να μετέχουν σ' αυτή τη φύση καί να γίνονται κοινωνοί της. Είναι κοινή σ' όλους στη θερμή αγάπη για το Θεό καί για όλους τους ανθρώπους, καθώς υποστηρίζεται από τη θεία υπόσταση. Έτσι ο Θεός βρήκε το μέσο να κατακτήσει τους ανθρώπους εσωτερικά, για να τον αγαπούν καί ν' αγαπιούνται μεταξύ τους. Αλλά η αγάπη εκδηλώνεται στην πραότητα, στην αγαθότητα, στην αποδοχή καί στην οδύνη, στην ταπεινότη­τα, στη σταθερή υπομονή. Γιατί η πραότητα είναι αντίθετη προς τη βία, η ταπεινότητα προς την υπερηφάνεια, η θυσία προς τον εγωισμό. Αυτά είναι τα χαρακτηριστικά της ανώτερης ανθρωπότητας.

Η κένωση του Χριστού, όπως καθορίστηκε, είναι από μια άλλη άποψη ή με τρόπο ακόμη πιο αληθινό, η δύναμη, η παντοδυναμία στην αληθινά ανώτερη μορφή της, η οποία μόνη μπορεί να κατακτήσει τα κτιστά υποκείμενα, καί ποτέ δεν θα τα απομακρύνει ούτε θα τα οδηγήσει στο σημείο να καταστραφούν με την αδυναμία.

Εξάλλου, επειδή πολλοί άνθρωποι αρνούνται τούτη την αγάπη, με την ελευθερία τους, ή τη δέχονται μόνο εν μέρει, ο Θεός αναλαμβάνει διαμέσου του Χριστού μια ορισμένη αδυναμία απέναντι σ' αυτή την κατάσταση. Αλλά μόνο αυτή η αδυναμία είναι μια συγκεκριμένη τύχη για τους ανθρώπους να κερδιστούν στην αγάπη, ενώ τούτη η αγαπητική αδυναμία υποφέρει. Στην οδύνη της αδύναμης αγάπης ξαναβρίσκουμε μια δύναμη, η οποία δεν υπάρχει στην οδύνη πού προκαλείται από φθόνο, στην οδύνη πού δεν ανέχεται την άρνηση της αγάπης, ή στην αδυναμία να 'ναι κανείς επιεικής καί γενναιόδωρος. Η οδύνη του Χριστού περιέχει κατά παράδοξο τρόπο τη δύναμη, την οποία μοιράζει παντού.

Αυτοί πού, διαμέσου αυτής της οδύνης, δεν παίρνουν τη δύναμη του Χριστού, δεν γεμίζουν μ' αυτή την ύπαρξη του, πέφτουν απλά καί ξεκάθαρα στην αδυναμία εκείνη πού είναι μίσος καί ζηλοτυπία· η αδυναμία αυτή αυξάνει με τη μείωση του όντος καί της κατανόησης, με την πνευματική τύφλωση καί με τη σκοτεινότητα. Η κόλαση είναι η υπέρτατη στέρηση της θείας δύναμης, δωρήτριας της ζωής.

π.Δημητρίου Στανιλοάε, «Ο Θεός είναι αγάπη», εκδ. Πουρναρά, Θεσ/νίκη 2000